Στη Νόρα Αναγνωστάκη
Σα γύρισε ο καθρέφτης μου
στον ουρανό
φάνηκε
ένα φεγγάρι μισοφαγωμένο
από τα κόκκινα μυρμήγκια
της φωτιάς
κι ένα κεφάλι πλάι του
να καίει κι αυτό μέσα σε πύρινη
++++++++++++++++++βροχή
να λάμπει το κεφάλι
να φέγγει
καθώς το έπαιρνε το έκανε κάρβουνο
++++++++++++++++++η φωτιά
να ψιθυρίζει:
—Τα δέντρα καίνε φεύγουνε σαν τα μαλλιά
ο άγγελος χάνεται με καψαλισμένα
++++++++++++++++++τα φτερά
κι ο πόνος
σκύλος με σπασμένο πόδι
μένει
μένει