Νιρβάνας, Παύλος

Με το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Παύλος Νιρβάνας είναι γνωστός ο λογοτέχνης Πέτρος Κ. Αποστολίδης. Ο πατέρας του, έμπορος Κωνσταντίνος Αποστόλου Κουμιώτης, ήταν από την Σκόπελο και η μητέρα του, Μαριέττα Ιωάννου Ράλλη, από τη Χίο. Γεννήθηκε στην Μαριούπολη της Ρωσίας (σήμερα ανήκει στην Ουκρανία) το 1866 και πέθανε στην Αθήνα στις 28 Νοεμβρίου 1937.

Ο Παύλος Νιρβάνας εξέδωσε πολλές ποιητικές συλλογές και δημοσίευσε πολλά χρονογραφήματα σε εφημερίδες. Διατηρούσε στενούς δεσμούς με αρκετούς λογοτέχνες της εποχής του και συνέβαλε στην ανάδειξη νεότερων λογοτεχνών π.χ. Ιωάννης Κονδυλάκης, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Νίκος Καββαδίας. Τον συνέδεε αδελφική φιλία με τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.

Λογοτεχνικά, τοποθετείται στον κύκλο του Κωστή Παλαμά. Επηρεάζεται από τον αισθητισμό και το συμβολισμό, καθώς και από το φιλόσοφο Νίτσε. Η πεζογραφία του διέπεται από ηθογραφικά και ψυχογραφικά στοιχεία, ενώ γλωσσικά ξεκίνησε από καθαρεύουσα και κατέληξε στη δημοτική γλώσσα. Ο Τέλος Άγρας έγραψε πως “η ηθογραφία του είναι τραγική και αποκλίνει προς το ζωηρό λυρισμό, όταν δεν τρέπεται προς τον πραγματικό σαρκασμό”, ενώ ο Κώστας Ουράνης ανέφερε πως “ακόμη και το χιούμορ του το χρησιμοποιεί για να προκαλέσει μειδίαμα και όχι για να καυτηριάσει.

Υπήρξε φίλος με τον Λευκαδίτη ζωγράφο Απόστολο Χαμοσφακίδη, στον οποίο προσέδωσε το χαρακτηριστικό καλλιτεχνικό ψευδώνυμο “Λευκάδιος”.

Το 1923, βραβεύτηκε για το λογοτεχνικό του έργο με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών, ενώ το 1928 έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε από βρογχοπνευμονία στο Μαρούσι το 1937.

Εποχές και Συγγραφείς | Παύλος Νιρβάνας

Η τέχνη (Παύλος Νιρβάνας)Η τέχνη (Παύλος Νιρβάνας)

Η τέχνη (Παύλος Νιρβάνας)

Τα τζάμια παγωμένα, μαύρο, σβυστό το τζάκι, τα τζάμια παγωμένα. Ψυχομαχάει μια λάμπα απάνω στο τραπέζι, ψυχομαχάει μια λάμπα. Περισσότερα Συνέχεια ποιήματος

Ξενιτειά (Παύλος Νιρβάνας)

Ξένος ο τόπος κι ο καιρός κι οι άνθρωποι όλοι ξένοι μες στη μεγάλη μοναξιά. Μάταια ζητώ ένα φίλο, Περισσότερα Συνέχεια ποιήματος

Οδοιπόρος (Παύλος Νιρβάνας)

Δε θέλω εγώ τριαντάφυλλα στον έρημό μου δρόμο, δέντρο δεν θέλω να σταθώ, πηγή να ξεδιψάσω. Περισσότερα Συνέχεια ποιήματος