Καθρέφτης (Σύλβια Πλαθ, μετάφραση: Κατερίνα και Ελένη Ηλιοπούλου)

Είμαι ασημένιος και ακριβής. Δεν έχω προκαταλήψεις.
Ό,τι κι αν δω το καταπίνω αυτομάτως.
Ακριβώς όπως είναι, αθάμπωτο από αγάπη ή απαρέσκεια.
Δεν είμαι σκληρός, μόνο ειλικρινής –
το μάτι ενός μικρού θεού, τετραγωνισμένο.
Τον περισσότερο καιρό αυτοσυγκεντρώνομαι στον απέναντι τοίχο.
Είναι ροζ, με στίγματα. Τον έχω κοιτάξει τόσο πολύ
που νομίζω πως είναι μέρος της καρδιάς μου. Αλλά τρεμοσβήνει.
Πρόσωπα και σκοτάδι μάς χωρίζουν ξανά και ξανά.

Τώρα είμαι μια λίμνη. Μια γυναίκα σκύβει από πάνω μου,
ψάχνοντας στις εκτάσεις μου να βρει ποια είναι στ’ αλήθεια.
Έπειτα γυρνά σ’ αυτούς τους ψεύτες, στα κεριά ή στο φεγγάρι.
Βλέπω τη ράχη της και την καθρεφτίζω πιστά.
Με ανταμείβει με δάκρυα και ένα αγωνιώδες σφίξιμο των χεριών.
Είμαι σημαντικός για κείνη. Έρχεται και φεύγει.
Κάθε πρωί το πρόσωπό της αντικαθιστά το σκοτάδι.
Μέσα μου έχει πνίξει ένα νεαρό κορίτσι, και από μέσα μου μια γριά γυναίκα
αναδύεται προς το μέρος της, μέρα με τη μέρα, σαν τρομερό ψάρι.

Άλλα ποιήματα που μπορεί να σας αρέσουν