Είχα κλείσει τα μάτια
για ν’ ατενίζω το φως.
Τυφλός.
Είχα κάψει τη φλόγα
για ν’ αναπνέω.
Τις νύχτες
αφουγκραζόμουν τους θρόους τής σιγής
κ’ η ανάσα του χαμόγελου
δε γνώριζε τη μετάνοια.
Να δακρύζω
πάνω στα διάφανα χέρια μου
από μια διάφανη χαρά
που δεν επιθυμεί.
Όχι θωπεία. Όχι όνειρο.
Πιο πέρα.
Εκεί που καταλύεται τ’ όνειρο
κι η φθορά έχει φθαρεί.
Κ’ ήρθες εσύ.
Όχι θωπεία. Όχι όνειρο.
Πιο πέρα.
Εκεί που καταλύεται τ’ όνειρο
κι η φθορά έχει φθαρεί.
Τι τετράστιχο κι αυτό!
“Αγαπημένη
όλη η ψυχή μου τρέμει
φύλλωμα ευγνωμοσύνης.
Γονατισμένος προσεύχομαι.
Θεέ μου Θεέ μου
η αγάπη μου ‘χε λείψει
για να χαρώ και να νοήσω
το μεγαλείο σου”.
Τί να πει κανείς και γι’ αυτούς τους στίχους από την “Εαρινή συμφωνία”;
Ίσως, μια μόνο λέξη: ” Μ α γ ε ί α”!
Και, φυσικά, Βίκυ μου, δεν πρόκειται μόνον για τους παραπάνω στίχους που έχουμε γράψει… Ολόκληρη η “Εαρινή Συμφωνία”, από τον πρώτο μέχρι και τον τελευταίο στίχο, είναι “μαγευτική”.
Ο Παντελής Πρεβελάκης έχει γράψει: “Ο έρωτας που υμνεί ο Ρίτσος στην “Ἑαρινή Συμφωνία” δεν είναι φαινόμενο κοινωνικό, αλλά θεμελιακό ένστικτο. Είναι μια ειμαρμένη που οδηγεί στην αποθέωση (Δάντης – Βεατρίκη) ή στο θάνατο (Ρωμαίος – Ιουλιέτα). Υπό αυτές τις συνθήκες, το ποίημα είναι γέννημα μεθυστικής ευφορίας…”.
Με αγάπη, Γιόλα.