Και μου ‘λεγες πως είσαι αυτή π’ αναστενάζει
όταν εισχωρούν εντός σου ποταμόπλοια, καΐκια
Καταιγίδα στην πόλη (Τόμας Χάρντι, μετάφραση: Νίκος Παπάνας)
Καινούριο τερακότα ήταν το φόρεμά της
Και μας δέσμευε καταιγίδα ορμητική
Ο ήλιος κάρφωσε μιαν αχτίνα (Κρίτων Αθανασούλης)
Ο ήλιος κάρφωσε μιαν αχτίνα του στη ζωή μου,
η αχτίνα στέκει
Κι από τις δυο μεριές καίει το κερί μου (Έντνα Βίνσεντ Μιλέι)
Κι από τις δυο μεριές καίει το κερί μου·
Τη νύχτα όλη δε θα μείνει·
Ποια χείλη φίλησαν τα χείλη μου, και πότε, και γιατί (Έντνα Βίνσεντ Μιλέι, μετάφραση: Χάρης Γαρουνιάτης)
Ποια χείλη φίλησαν τα χείλη μου, και πότε, και γιατί,
Έχω ξεχάσει, και ποια χέρια απλώθηκαν
Ανησυχία (Στεφάν Μαλαρμέ, μετάφραση: Ανδρονίκη Δημητριάδου)
Δεν έρχομαι να κατακτήσω απόψε το σώμα σου, θηρίο
Όπου ενός λαού οι αμαρτίες φτάνουν, ούτε να σκάψω
Καταιγίδα θλιβερή στα βρώμικα μαλλιά σου
Με του φιλιού μου την ανίατη πλήξη:
Τόση ευτυχία (Ναόμι Σίχαμπ Νάι, μετάφραση: Ούρσουλα Φωσκόλου)
Δύσκολο να μάθεις πώς διαχειρίζεται κανείς τόση ευτυχία.
Στη λύπη υπάρχει κάτι απτό, κάτι που επάνω του έχεις να τριφτείς,
σαν πληγή να το γιατρέψεις, με μπαμπάκι και λοσιόν.