Όσοι προσμένουν σιωπηλοί στους προθαλάμους
πλήττουν θανάσιμα, παλιά περιοδικά
βαριεστημένα ξεφυλλίζουν, μόνο
φωτογραφίες αδιάφοροι κοιτώντας
Άλλοι θυμούνται περιστατικά
ξεθωριασμένα από τον χρόνο κι άλλοι
σκέπτονται πράγματα που μόνο μέσα
στη νοσηρή τους φαντασία συμβαίνουν
Κάποιο τρελαίνονται στο τέλος κι εφορμούν
βγάζουν τα μπουκαλάκια τής βενζίνας
ραντίζουν πολυθρόνες και κουρτίνες
κι όπως αλλόφρονες γιατροί γονυπετούν
και θρηνωδούν σπαραχτικές σειρήνες
αυτοί γυρνούν σε χρόνια μακρινά
θυμούνται το τραγούδι τής μητέρας
το γέλιο της, τα μαύρα της μαλλιά
μικραίνουν πάλι, γίνονται
παιδιά
κρύβονται στην ποδιά
της νοσοκόμας
Ορέστης Αλεξάκης, Από τη συλλογή Ο ληξίαρχος (1989)