Στην τσέπη του παλτού σου
παλιό σουσάμι
φλούδια φιστικιών
και το τσαλακωμένο γράμμα μου.
Ξύπνησαν λέξεις
φράσεις ανακλαδίστηκαν
έτριξα μήνες εκεί μέσα
μέρες του κρύου
νύχτες απ’ την κρεμάστρα μέσα στη σιωπή
μήπως ακούσεις
άλλαξα στίξη αμβλύνοντας υπαινιγμούς
κόπηκα ράφτηκα εν αγνοία σου
κατά τις πιθανές σου επιθυμίες.
Μα τώρα πια που μπαίνει το καλοκαιράκι
κι είναι σαφείς οι προοπτικές του μέλλοντός μας
αντί να γκρεμοτσακιστώ πηδώντας
ή αντί να με ξεγράψεις
στέλνοντας το παλτό σου στο καθαριστήριο
θα σφίξω θα μαζέψω
σε σουσάμι ή φλούδι
κι απ’ τις ραφές θα γραπωθώ για πάντα.
Κάποτε θα μ’ αγγίξουνε τα δάχτυλά σου.
Γιάννης Βαρβέρης, (από τη συλλογή Αναπήρων πολέμου, Κέδρος 1982)
ΦΟΥΛ ΤΟΥ ΠΑΣΟΥ, Ι.Ν.Κυριαζή
Οι μέρες ανακατεύτηκαν σαν τραπουλόχαρτα
και μοιραστήκαν στους ανθρώπους.
Τα καρό έφτιαξαν τραπεζομάντιλο
και πάνω τους οι κούπες μας γέμισαν με καφέ.
Τα μπαστούνια τα έβρισκα αμέσως παντού
μα πουθενά δεν είδα σπαθιά-
ήτανε όλα καρφωμένα στην πλάτη μου.
δημοσιευση στο ποιειν 17/1/2008
http://www.poiein.gr/archives/1730/index.html
Επάνω σε καρό τραπεζομάντιλα
με κούπες του καφέ αχνιστές
παίζουν χαρτιά στη λέσχη τους συχνά τα ζώα
συχνά τα βρίσκουνε μπαστούνια.
από τη μετά θάνατο συλλογή του Γιάννη Βαρβέρη «Ζώα στ σύννεφα» 2013
http://www.diastixo.gr/images/images/pdf/zoa_sta_sinnefa.pdf