Πριν γνωρίσεις τι είναι πραγματικά η καλοσύνη
πρέπει να χάσεις πράγματα,
να νιώσεις το μέλλον να διαλύεται σε μια στιγμή
όπως το αλάτι σε αραιό ζωμό.
Αυτά που κρατούσες στο χέρι σου,
αυτά που μετρούσες και φύλαγες προσεκτικά,
πρέπει όλα να φύγουν έτσι ώστε να μάθεις
πόσο έρημο μπορεί να γίνει το τοπίο
μεταξύ των περιοχών της καλοσύνης.
Πώς προχωράς και προχωράς
με τη σκέψη ότι το λεωφορείο δεν θα σταματήσει ποτέ,
ότι οι επιβάτες οι οποίοι τρώνε καλαμπόκι και κοτόπουλο
θα κοιτούν για πάντα έξω από το παράθυρο.
Πριν γνωρίσεις την τρυφερή βαρύτητα της καλοσύνης,
πρέπει να ταξιδέψεις εκεί που ο Ινδιάνος
με μια λευκή κάπα κείται νεκρός στην άκρη του δρόμου.
Πρέπει να δεις πώς θα μπορούσες να ήσουν εσύ εκείνος,
πώς κι εκείνος ήταν κάποιος
ο οποίος ταξίδευε μέσα στη νύχτα με σχέδια
και την απλή αναπνοή που τον κρατούσε ζωντανό.
Πριν γνωρίσεις την καλοσύνη
ως το βαθύτερο πράγμα μέσα σου,
πρέπει να γνωρίσεις τη θλίψη
ως το άλλο βαθύτερο πράγμα.
Πρέπει να ξυπνήσεις με τη θλίψη.
Πρέπει να μιλήσεις σε αυτήν μέχρι η φωνή σου
να αγγίξει το νήμα όλων των θλίψεων
και δεις το μέγεθος του υφάσματος.
Τότε μόνο η καλοσύνη έχει πλέον νόημα,
μόνο η καλοσύνη δένει τα κορδόνια των παπουτσιών σου
και σε στέλνει να ζήσεις την ημέρα
να ταχυδρομήσεις γράμματα και να αγοράσεις ψωμί,
μόνο η καλοσύνη σηκώνει το κεφάλι της
από το πλήθος του κόσμου για να πει
εμένα έψαχνες,
και ύστερα σε συνοδεύει παντού
σαν μια σκιά ή μια φίλη.
Εναλλακτική μετάφραση Γλυκερίας Μπασδέκη:
Πριν σου φανερωθεί η καλοσύνη
πρέπει να χάσεις ό,τι έχεις
ένας πολτός το μέλλον σου να γίνει
όπως το αλάτι μέσα στη σουπίτσα
ό,τι κι αν πρώτα έσφιγγες στη χούφτα
ό,τι κι αν πρώτα μάζευες στην άκρη
όλα να γίνουν θρυψαλάκια πρέπει
-έτσι θα μάθεις το φρικτό τοπίο
ανάμεσα στην καλοσύνη και την καλοσύνη.
Έτσι που τρέχεις κι όλο τρέχεις
νομίζεις πως το λεωφορείο δε θα σταματήσει
όλοι θα μασουλάνε τα μπουρίτος
κι απ’ το παράθυρο θα φεύγει το τοπίο.
Πριν διδαχτείς την τρυφερή βαρύτητα της καλοσύνης
πρέπει να δεις νεκρό τον Ινδιάνο
μες στο λευκό του πόντσο στη γωνία
να καταλάβεις πως κι αυτός πριν από σένα
ήτανε κάποιος σαν εσένα, ίδιος
της νύχτας ταξιδιώτης όλος σχέδια ,
με την ανάσα του την τελευταία ν’ ανασαίνει.
Πριν νιώσεις τι βαθειά είν’ η καλοσύνη
πρέπει να ξέρεις ότι ίδιο βάθος έχει η λύπη
πρέπει αχάραγα να την καλημερίσεις
να της μιλήσεις μέχρι η φωνή σου
γίνει ηχείο για όλους τους θλιμμένους.
Όταν αυτό που νιώθουν νιώσεις
αυτή την καλοσύνη θα κρατάς στο χέρι
αυτή η καλοσύνη θα σου δένει τα κορδόνια
και για τον επιούσιο θα σε σπρώχνει έξω.
Αυτή η καλοσύνη θα προβάλλει
μες στο μεγάλο αγριεμένο πλήθος,
αυτή θα σου μιλάει,θα σου λέει
«Εγώ είμαι, πάμε, έλα, βιάσου»
-σαν μια σκιά ή σαν μια φίλη θα ‘ναι.