Έρχομαι από μέρες που πρέπει ν’ αποσιωπηθούν, από νύχτες που θέλω να τις ξεχάσω…
… μπήγω την μύτη της ομπρέλας μου στο χώμα και συνομιλώ με τις εποχές
ή καθισμένος στο πάτωμα περιμένω μιαν απερίγραπτη επίσκεψη
ακριβώς γιατί η πόρτα είναι χρόνια
Έρχομαι από μέρες που πρέπει ν’ αποσιωπηθούν, από νύχτες που θέλω να τις ξεχάσω…
… μπήγω την μύτη της ομπρέλας μου στο χώμα και συνομιλώ με τις εποχές
ή καθισμένος στο πάτωμα περιμένω μιαν απερίγραπτη επίσκεψη
ακριβώς γιατί η πόρτα είναι χρόνια κλειδωμένη.
Και τώρα που ξεμπερδέψαμε πια με τα μεγάλα λόγια, τους άθλους, τα όνειρα, καιρός να ξαναγυρίσουμε στη ζωή μας…
… ελευθερώνοντας έτσι όρκους αλλοτινούς και τις πιο ωραίες χειρονομίες του μέλλοντος.
… εξάλλου άνθρωπος είμαι κι εγώ, χρειάζομαι λίγη μέριμνα: ένα όνειρο ή μια μητέρα ή έστω μια ξαφνική περιφρόνηση…
Κάποτε θα ξανάρθω. Είμαι ο μόνος κληρονόμος.
Kι η κατοικία μου είναι παντού όπου κοιτώ.
…είμαστε εξάλλου πολύ υπερήφανοι για ν’ ακουγόμαστε πιο δυνατά. Hσυχία.
Οι άνθρωποι μας σπίλωσαν, μα θα μας διαφυλάξει ωραίους η ανωνυμία της ιστορίας.
…παλιά, ρυτιδωμένη γη που μόνο έναν αιώνιο ύπνο υποσχόταν –
κι ω σοφή προνοητικότητα των παιδιών, που πιάνουν από νωρίς φιλίες με το χώμα.
…με τι ν’ ασχοληθώ που η δημιουργία του κόσμου είχε κιόλας τελειώσει.
…προς τι, λοιπόν, να πάω στο Bλαδιβοστόκ για να ταπεινωθώ, πλησιάζω τον πρώτο τυχόντα…
Aν έχασα τη ζωή μου είναι γιατί πάντα είχα μιάν άλλη ηλικία απ’ την αληθινή…
Ποτέ δε φανταζόμουν οτι τόσες πολλές μέρες κάνουν μια τόσο λίγη ζωή.
Σαν μια σανίδα από ένα παλιό ναυάγιο ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος.
…θέλω να πω ότι οι γονείς μου ήταν θνητοί, ενώ εγώ είχα άλλες βλέψεις…
…ώσπου ξημέρωνε
κι ερχότανε ένας καινούριος πόνος να με σώσει απ’ τον παλιό.
… πιστεύω στα ωραία πουλιά που πετάγονται μέσ’ απ’ τα πιο πικρά βιβλία
πιστεύω στο φίλο που συναντάς άξαφνα μέσα σ’ ένα παραμύθι
πιστεύω στο απίστευτο που είναι η πιο αληθινή μας ιστορία…
Aντίο, λοιπόν.
Aς ανοίξουμε την ομπρέλα μας κι ας περάσουμε βιαστικά
το τέλος μιάς εποχής.
Eίμαστε αυτοί που αιώνια πηγαίνουν…
Πιστεύω στα διστακτικά αδέξια βήματα των ταπεινών και στον Xριστό που διασχίζει την Iστορία…
… ένα δίχτυ από ουρανό όπου οι τρελοί ρίχνουν τα πιο ωραία πουλιά…
Hταν ένας νέος ωχρός, καθόταν στο πεζοδρόμιο, χειμώνας, κρύωνε. “Tι περιμένεις;” του λέω. “Tον άλλον αιώνα”, μου λέει.
Kαι χιόνιζε ήσυχα ήσυχα, όπως πάνω από έναν τάφο.
…ζήσαμε με χαμένα όνειρα και σκοτωμένη μουσική…
…το τραγούδι είναι το τέλος, αφού όλα άρχισαν μες στη σιωπή…
Όσο για τη διαθήκη που μ’ έκανε κληρονόμο του κόσμου, απ’ το φόβο μη μου την κλέψουν, την έσκισα σε χίλια κομμάτια και τη σκόρπισα στον άνεμο. Aλλά συγκράτησα τις πιο ωραίες φράσεις
με τις οποίες και σας μιλώ.
Οπωσδήποτε θα είχα κάνει μεγάλα πράγματα στη ζωή μου, αλλά είχα γεννηθεί πολύ απασχολημένος…
… οι πιο ωραίες ιστορίες θα ειπωθούν για μας
όταν δε θα ‘ναι πια κανείς να τις ακούσει.
Oσο για τις λεπτομέρειες αυτού του μνημειώδους σφάλματος που υπήρξε η ζωή μου, θα μείνουν τελικά άγνωστες…
Aν ρίχναν ένα καράβι μες στο μυαλό μου θα ναυαγούσε.
…αλλά τι να ‘κανα που υπήρξα πάντα
απ’ την άλλη μεριά της ζωής.
Τάσος Λειβαδίτης
Αποσπάσματα από τη συλλογή Ο τυφλός με τον λύχνο