Πετρόπουλος, Ηλίας
Ο Ηλίας Πετρόπουλος (Αθήνα, 26 Ιουνίου 1928 – Παρίσι, 3 Σεπτεμβρίου 2003) ήταν Έλληνας ερευνητής, μελετητής του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού, ποιητής, κριτικός λογοτεχνίας, δημοσιογράφος, σκιτσογράφος, φωτογράφος και συλλέκτης. Ήταν ο πρώτος (ερασιτέχνης) λαογράφος στην Ελλάδα που ασχολήθηκε συστηματικά με το θεωρούμενο ως κοινωνικό περιθώριο, στο πλαίσιο του ευρύτατου γνωστικού αντικειμένου που ο ίδιος αποκαλούσε «λαογραφία του άστεως». Κατέγραψε, ανέλυσε και διέσωσε τεκμήρια για πρόσωπα και πράγματα περιφρονημένα από την κυρίαρχη ιστορική αφήγηση και από τα συντηρητικά ελληνικά πανεπιστήμια του καιρού του. Έζησε από κοντά ρεμπέτες, αλήτες, μάγκες, πόρνες και ομοφυλόφιλους, φυλακισμένους, συμμορίτες και καταδιωκόμενους, αλλά και ποιητές, πεζογράφους, ζωγράφους και καλλιτέχνες που συχνά στάθηκαν αφορμή για άρθρα και βιβλία του. Τα βιβλία του έχουν συχνά τη μορφή της μελέτης ή της μονογραφίας ενώ πολλά αποτελούν συλλογές άρθρων παρεμφερούς θεματικής, είτε αδημοσίευτων, είτε δημοσιευμένων σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής. Εγραφε ακατάπαυστα μέχρι το 2003 όταν πέθανε από καρκίνο.
Ο Ηλίας Πετρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928, σπούδασε, χωρίς να πάρει πτυχίο, νομικά στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και τουρκολογία στο Παρίσι. Στην γαλλική πρωτεύουσα εγκαταστάθηκε το 1975 και έκτοτε δεν επέστρεψε ποτέ στην Ελλάδα, αν και όλα τα θέματα με τα οποία ασχολείτο ήταν ελληνικά.
Το 1966 εξέδωσε το δοκίμιο Ελύτης, Μόραλης, Τσαρούχης. Ακολούθησαν μονογραφίες για τους ζωγράφους Μοσχίδη, Πεντζίκη, Τέτση, Σικελιώτη και τους γελοιογράφους Μποστ και Καναβάκη. Ο Πετρόπουλος έγινε γνωστός για πρώτη φορά στο πλατύ κοινό το 1968 με την εμβληματική σήμερα, συλλογή και δοκιμιακή μελέτη του «Ρεμπέτικα Τραγούδια» που επανεκδόθηκε πολλάκις έκτοτε, με προσθήκες και βελτιώσεις. Ακολούθησε το λεξικό της αργκό ομοφυλόφιλων τα Καλιαρντά (Αθήνα 1971), με έναν τολμηρό πρόλογο όπου βάζει στο στόχαστρο του, μεταξύ άλλων, τους μικροαστούς, τους αστούς, τις Ελληνίδες μητέρες και την χούντα της 21ης Απριλίου 1967. Το 1972 δημοσίευσε στο περιοδικό Τραμ το ποίημά του Σώμα . Κάποιοι θεώρησαν αντεθνικό τον στίχο «Και την πατρίδα λησμονώ μπρος σ’ ένα γυμνό νεανικό γυναικείο σώμα». Για αυτά τα δύο βιβλία και για το ποίημα Σώμα, υπέστη διώξεις και ολιγόμηνες φυλακίσεις.
Το 1979 κυκλοφόρησε στην Αθήνα ένα από τα πιο γνωστά βιβλία του, Το εγχειρίδιο του καλού κλέφτη (εκδόσεις Νεφέλη). Ήταν μια πρωτοφανής στην ελληνική γραμματεία ακτινογραφία των σχέσεων του υποκόσμου με τους μηχανισμούς της εξουσίας. Ο εκδότης Γιάννης Δουβίτσας (1943-2003) και ο ευρισκόμενος ήδη στη Γαλλία Πετρόπουλος βρέθηκαν στη δίνη δικαστικών διώξεων, αλλά και μιας ανεπιθύμητης υπερ-δημοσιότητας που οδήγησε τον συγγραφέα να δηλώσει αυτοσαρκαστικά : «Είμαι η Αλίκη Βουγιουκλάκη της λαογραφίας μας».[εκκρεμεί παραπομπή] Το βιβλίο απαγορεύτηκε και αντίτυπά του κατασχέθηκαν. Η κυκλοφορία του επιτράπηκε μετά από δικαστικές περιπέτειες. Τα φωτογραφικά άλμπουμ Le Kiosque grec, La Voiture grecque, Cages d’oiseaux, Moments en Grèce (Το ελληνικό περίπτερο, Το ελληνικό αυτοκίνητο, Κλουβιά πουλιών και Στιγμές στην Ελλάδα) εκδόθηκαν στο Παρίσι το 1976. Αλλα βιβλία του είναι Ο τούρκικος καφές εν Ελλάδι (Αθήνα 1979), Το μπουρδέλο (Αθήνα 1980), Θεσσαλονίκη: η μνήμη μιας πόλης (Παρίσι 1982), Πτώματα, πτώματα, πτώματα (Αθήνα 1988), Ο μύσταξ (Αθήνα 1989), Ρεμπετολογία (Αθήνα 1990).
Η ποίηση του Πετρόπουλου, κάτω από τον κυνισμό της, υμνεί τον ερωτισμό και αντιτίθεται σε κάθε εξουσία, πολιιτκή και πνευματική. Το τελευταίο του ποιητικό βιβλίο ήταν το Ποτέ και τίποτα και εκδόθηκε στην Αθήνα το 1993. Το 2000 κυκλοφόρησαν ποιήματα από αυτή τη συλλογή, μελοποιημένα από την συνθέτρια Μαρίνα Καναβάκη, σε άλμπουμ με τον ομώνυμο τίτλο.
Το 1972 διεκδίκησε και πέτυχε να αποκτήσει αστυνομική ταυτότητα η οποία ανέγραφε στο θρήσκευμα «άθεος». Μέχρι το 1998 —δηλαδή για πάνω από 25 χρόνια και μέχρι τα 70 του— εκκρεμούσε εναντίον του καταδίκη σε φυλάκιση για προσβολή της θρησκείας. Δυσανασχετώντας με τις εναντίον του αντιδράσεις μετακόμισε στο Παρίσι το 1975, από όπου συνέχισε ασταμάτητα να γράφει βιβλία για την Ελλάδα με την συναισθηματική και οικονομική στήριξη της Μαίρης Κουκουλέ. Βαθύς γνώστης και επίμονος ερευνητής της ελληνικής γλώσσας, πιστός στην πολυτονική γραφή, έψεγε τον καθωσπρεπισμό του «πολιτικά ορθού». Ασχολήθηκε με ιστορικά, λαογραφικά και γλωσσολογικά θέματα, τις εικαστικές τέχνες (έχει εικονογραφήσει αρκετά βιβλία του με σκίτσα και κολλάζ) και τη φωτογραφία. Εξέδωσε περίπου 80 βιβλία και δημοσίευσε πάνω από χίλια άρθρα συχνά ερευνώντας θέματα που θεωρούνταν ταμπού ή περιθωριακά (χασίς, ρεμπέτικο, υπόκοσμος, πορνεία, σεξουαλικότητα, φυλακή κ.ά.).
Πολλά βιβλία και δημοσιεύματα του Πετρόπουλου «άνοιξ[αν] δρόμους στους μελετητές και θεωρούνται μοναδικά στο είδος τους». Ωστόσο ορισμένοι υποστηρίζουν ότι προς το τέλος της ζωής του το ερευνητικό πνεύμα του υποχώρησε, έναντι της θέλησης για πρόκληση σκανδάλου. Σε επιφυλλίδες του σε εφημερίδες επιτίθεται σε πρόσωπα,«αυτοαναιρείται ως λαογράφος, ερευνητής, μελετητής και περιβάλλεται με το ένδυμα του κοινωνικού σχολιαστή και του λιβελογράφου». Στη συλλογή κειμένων Ο κουραδοκόφτης, πολλά πρόσωπα της πολιτικής ζωής, διανοούμενοι, καλλιτέχνες και δημοσιογράφοι αντιμετωπίζονται με μειωτικούς και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς – αν και ο ίδιος παραδέχτηκε σε συνέντευξή του ότι είχε κάνει «λάθη». Επιπλέον, «ιδιαίτερη μεταχείριση» επιφύλαξε στον εθνικό ποιητή της Ελλάδας Διονύσιο Σολωμό, που χαρακτηρίστηκε «Εβραίος», ενώ καταφέρθηκε με βαρύτατους χαρακτηρισμούς στον Άρη Βελουχιώτη, τον οποίο προσπάθησε χωρίς στοιχεία και αποδείξεις να αποδομήσει προβάλλοντας χαρακτηρισμούς όπως «πορτοφολάς», «σαδιστής» και «πουστόμαγκας» και υιοθετώντας αναφορές από βιβλίο ακροδεξιού συγγραφέα, μολονότι ο ίδιος το χαρακτήριζε «φασιστικό προχειρογράφημα».
Σε συνέντευξη που έδωσε το 1992 στη μεταφράστρια Λιλιάνα Κότεβσκα, ανταποκρίτρια στη Γαλλία του περιοδικού της τότε Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας Επόχα, η οποία δημοσιεύτηκε το 2009 στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, ο Πετρόπουλος έλαβε θέση στο Μακεδονικό ονοματολογικό ζήτημα αποκαλώντας τη νυν Βόρεια Μακεδονία «Μακεδονία» και τους κατοίκους της «Μακεδόνες». Επιπλέον, χαρακτήρισε «κρυπτοδικτατορία» τις κυβερνήσεις Καραμανλή της περιόδου 1955-1961, ισχυρίστηκε πως κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο ο Τίτο επέτρεψε σε τμήματα του ελληνικού στρατού να εισέλθουν στο γιουγκοσλαβικό έδαφος για να χτυπήσουν τους αντάρτες του ΔΣΕ κι έκρινε τα συλλαλητήρια του 1992 για το μακεδονικό ονοματολογικό ζήτημα ως «μια σχιζοφρενική και επικίνδυνη εκδήλωση». Μίλησε επίσης απαξιωτικά για τον αρχαιολόγο Μανόλη Ανδρόνικο και την ηθοποιό και πολιτικό Μελίνα Μερκούρη.
Ο Ηλίας Πετρόπουλος πέθανε στις 3 Σεπτεμβρίου 2003 στο Παρίσι. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 δεχόταν ανά καιρούς προσκλήσεις να επισκεφθεί την Ελλάδα ή να επιστρέψει για μόνιμη διαμονή, συνοδευόμενες από άτυπες διαβεβαιώσεις ελληνικών κυβερνήσεων ότι δεν θα υποστεί διώξεις. Σε αυτές τις προσκλήσεις απαντούσε πάντοτε αρνητικά. Σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία, την οποία υλοποίησε η σύντροφός του Μαίρη Κουκουλέ, η σορός του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες πετάχτηκαν σε υπόνομο του Παρισιού.