Ανοίγεις και κλείνεις σα λουλούδι.
Έρχομαι – μουδιασμένος με υποδέχεσαι,
κρατάς τα μάτια επίμονα χαμηλωμένα,
ύστερα λίγο λίγο ξεθαρρεύεις,
αρχίζεις να μιλάς με τρυφεράδα,
τα μάτια χρωματίζεις με ιλαρότητα,
ω πόσο εγκάρδια έγινε η κάμαρη,
δε θέλω γλύκισμα, η κουβέντα σου μου αρκεί.
Μα αν ξεχαστώ και κοιτάξω το ρολόι,
και δείξω μέριμνα για τις δουλειές του κόσμου,
σβήνεις σιγά σιγά την ομιλία,
αρχίζεις να μουδιάζεις λίγο λίγο,
σα να ‘μουν ξένος μ’ αποχαιρετάς,
και κλείνεις, κλείνεις σα λουλούδι.