Κάθε κορίτσι κατεβαίνει πάνοπλο στον κόσμο.
Αλλά η γοητεία των ανδρών η αλαφρόμυαλιά τους
η ενοχή σκληράδα τους, μια νύχτα σαν ωραίοι
λογχοφόροι τη βρίσκουν και την αφοπλίζουν.
Βίαια της αποσπούν τα ξίφη, της αποσπούν τ’ ακριβά
περιδέραια που με σύνεση τής κρύβαν το τρυφερό
κόκκινο φύλλο.
Της αποσπούν το φόρεμα από αλαλαγμούς και κόκκινους
βοριάδες και μετά το σκληρό
κάτασπρο καπέλο που μαγνητίζει τα τριζόνια
και τις σιγαλιές. Κι ύστερα τη ρίχνουν
σε μια τρικυμία από προορισμούς.
Εκείνη που είναι προορισμένη ν’ αφοπλίζεται
και να πληγώνει.