Αν ενώσεις το βροχόνερο με το δάκρυ σου
το γέλιο σου με τον ήλιο
το σίφουνα, τον αγέρα με την ξεσηκωμένη αγανάκτησή σου.
Αν κλάψεις για τα παιδάκια με τις ρόδινες ανταύγειες
του δειλινού στο πρόσωπο, που πλαγιάζουν
με τα χεριά αδειανά, με τα πόδια γυμνά
θα βρεις τη μοναξιά σου.
Αν σκύψεις στους συνανθρώπους σου
μες στα αδιάφορα μάτια τους θα ‘ναι γραμμένη
απελπιστική, ολοκληρωτική η μοναξιά σου.
Κι αν πάλι τους δείξεις το δρόμο της δύναμης
και τους ξεφωνίσεις να πιστέψουν μόνο τον εαυτό τους
θα τους δώσεις μια πίκρα παραπάνω
γιατί δε θα το μπορούν, θα ‘ναι βαρύ γι’ αυτούς
και θα ‘ναι πάλι η μοναξιά σου.
Αν φωνάξεις την αγάπη σου
θα ‘ρθει πίσω άδεια, κούφια, η ίδια σου η φωνή
γιατί δεν είχε το κουράγιο να περάσει όλες
τις σφαλισμένες πόρτες, όλα τα κουρασμένα βήματα
όλους τους λασπωμένους δρόμους.
Θα γυρίσει πίσω η φωνή που την έστειλες τρεμάμενη
λαχταριστή, με άλλα λόγια που δεν την είχες προστάξει εσύ
τα λόγια της μοναξιάς σου.
Θεέ μου, τι θα γίνουμε;
Πώς θα πορευτούμε;
Πώς θα πιστέψουμε; Πώς θα ξεγελαστούμε;
Μ’ αυτή την αλλόκοτη φυγή των πραγμάτων
των ψυχών από δίπλα μας;
Ένας δρόμος υπάρχει, ένας τρόπος.
Μια θα ‘ναι η Νίκη:
αν πιστέψουμε, αν γίνουμε, αν πορευτούμε.
Μόνοι μας.
Φθινόπωρο 1956
(Μόλις στα 17 της χρόνια δημοσιεύει στο περιοδικό Καινούργια εποχή το ποίημά της «Μοναξιά» μετά από παρότρυνση του Νίκου Καζαντζάκη, ο οποίος έστειλε γράμμα στον Γιάννη Γουδέλη, τον διευθυντή της Καινούργιας εποχής γράφοντας: «Παρακαλώ, δημοσιεύστε αυτό το ποίημα, το έχει γράψει μία κοπέλα που δεν έχει βγάλει ακόμα το γυμνάσιο. Είναι το ωραιότερο ποίημα που διάβασα ποτέ!». Από τότε άνοιξε ο δρόμος για την ενασχόληση της με την ποίηση και τη μετάφραση.)
Παράβαλε https://poiimata.com/2023/08/19/hamenoi-paradeisoi-juarroz/