Η λιτανεία έρχεται από πέρα μακριά απ’ τα νησιά. Κάθε σαν σήμερα μεγάλη Παρασκευή Απριλίου / ο χριστός σαλεύει ανάμεσα σε βαριά λιβάνια πρεζάκηδες ξενηστικωμένα παιδιά παστρικές πουτάνες και φαγωμένους επισήμους.
Κάθε χρόνο τέτοια μέρα γριές μοιρολογίστρες αδελφές κρατάν καλάθια με άσπρα και σκούρα άνθια / ραίνουν τ’ αγόρια και το λείψανο με βαμμένα άτσαλα βλέφαρα κάτω από μαύρες δαντελένιες πλερέζες και κάλτσες με ραφή.
Φαρδείς παπάδες σκουντάνε σκληρά τα παιδιά που φοράνε γυαλάκια και κρατάν τα ξαπτέρυγα / αυτά / με τσαλακωμένη αξιοπρέπεια / πατάνε σπρώχνουνε / σκουντάνε μπροστά τη λυπημένη φιλαρμονική / χάνουν όλοι το τέμπο τη μεγάλη Παρασκευή ο χριστός με μακριά νευρένια πόδια σταυρωμένα καρφωτά τουμπαρισμένα μάτια / σπασμένη ραχοκοκαλιά / αίμα πηγμένο γερμένο κεφάλι / όμορφος σαν τρομοκράτης ζωντανός σα σε κρίση / κάποιος κάποτε θα του τραβήξει το ζωνάρι να φανεί το φύλο του όταν άλλοι με κατεβασμένα τα ρολά στα καφενεία θα κρεμάνε τον βαλέ
όταν άλλοι
θ’ ανοίγουνε διάπλατες τις πόρτες των ψυχιατρείων
και τις φυλακές
Θα ξεκρεμάσουν τους ληστές
κι η Λιτανεία θα βρει τον σωστό
τον Νέγρικο ρυθμό της
τον πολεμικό
τον θάνατο που άλλοι Ανάσταση τον λένε.
Από τη συλλογή Ιδιώνυμο (1980) της Κατερίνας Γώγου
Πηγή