Χάρντι, Τόμας
Ο Τόμας Χάρντι (Thomas Hardy, 2 Ιουνίου 1840 – 11 Ιανουαρίου 1928) ήταν Βρετανός συγγραφέας και ποιητής του κινήματος του νατουραλισμού. Στα έργα του συχνά απεικονίζει χαρακτήρες που παλεύουν ενάντια στα πάθη τους, καθώς και ενάντια στις περιστάσεις. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του, που τοποθετείται στην ημι-φανταστική περιοχή του Ουέσσεξ, χαρακτηρίζεται από ποιητικές περιγραφές και από μια τάση μοιρολατρίας.
Ο Τόμας Χάρντι γεννήθηκε στο Άνω Μποκχάμπτον (Higher Bockhampton), έναν μικρό οικισμό στην ενορία του Στίνσφορντ (Stinsford), ανατολικά του Ντόρτσεστερ στο Ντόρσετ. Ο πατέρας του ήταν λιθοξόος και μικρο-εργολάβος και η μητέρα του, φιλόδοξη και φιλομαθής, ενίσχυε την εκπαίδευσή του, η οποία όμως τελείωσε όταν ο Χάρντι ήταν δεκαέξι ετών, καθώς μαθήτευσε δίπλα στον Τζον Χικς (John Hicks), έναν αρχιτέκτονα της περιοχής. Ο Χάρντι εκπαιδεύτηκε ως αρχιτέκτονας στο Ντόρτσεστερ πριν μετακομίσει στο Λονδίνο. Κέρδισε βραβεία αρχιτεκτονικής από το Royal Institute of British Architects και το Architectural Association.
Το 1874 ο Χάρντι νυμφεύθηκε την Έμμα Λαβίνια Γκίφορντ (Emma Lavinia Gifford), η σχέση του με την οποία αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για το μετέπειτα μυθιστόρημα A Pair of Blue Eyes. Αν και στη συνέχεια ο Χάρντι αποξενώθηκε από τη σύζυγό του, ο θάνατός της το 1912 ήταν μια τραυματική εμπειρία για αυτόν. Ταξίδεψε στην Κορνουάλη για να ξαναεπισκεφθεί τόπους συνδεδεμένους με την ανάμνησή της και έγραψε μια σειρά από ποιήματα (Poems of 1912-13), για να εκφράσει το πένθος του. Το 1914 νυμφεύθηκε τη Φλόρενς Ντάγκντεϊλ (Florence Dugdale), 40 χρόνια νεότερή του, την οποία είχε γνωρίσει το 1905.
Ο Χάρντι ήταν αγνωστικιστής, αλλά με μια δυνατή συναισθηματική προσκόλληση στη Χριστιανική λειτουργία και τα εκκλησιαστικά τελετουργικά, κυρίως όπως εκδηλώνονται στις αγροτικές κοινότητες, που τον είχαν επηρεάσει τόσο πολύ στα νεανικά του χρόνια. Μερικοί κριτικοί επεσήμαναν ότι η ζοφερή ατμόσφαιρα πολλών από τα μυθιστορήματά του αντικατοπτρίζει την άποψή του για την απουσία του Θεού.
Ο Χάρντι αρρώστησε από πλευρίτιδα τον Δεκέμβριο του 1927 και πέθανε τον Ιανουάριο του 1928, υπαγορεύοντας το τελευταίο του ποίημα στη σύζυγό του, ενώ ήταν στο νεκροκρέβατο. Η κηδεία του, στις 16 Ιανουαρίου στο Αββαείο του Ουέστμίνστερ, αποτέλεσε θέμα αντιπαράθεσης: η οικογένεια και οι φίλοι του επιθυμούσαν να ταφεί στο Στίνσφορντ (Stinsford), αλλά ο εκτελεστής της διαθήκης του, ο Σίντνεϋ Κάρλαϊλ Κόκρελλ (Sydney Carlyle Cockerell), επέμενε να ταφεί ο Χάρντι στη Γωνιά των Ποιητών (Poets’ Corner). Τελικά ακολούθησαν μια συμβιβαστική λύση. Η καρδιά του ενταφιάστηκε στο Στίνσφορντ, όπου βρισκόταν και ο τάφος της πρώην συζύγου του Έμμα, και οι στάχτες του ενταφιάστηκαν στο Αββαείο του Ουέστμίνστερ.
Το αγρόκτημα του Χάρντι στο Μποκχάμπτον και το Max Gate στο Ντόρτσεστερ ανήκουν στο National Trust. Οι συγγραφείς Ντ. Χ. Λόρενς και Βιρτζίνια Γουλφ υπήρξαν θαυμαστές του έργου του Χάρντι. Το 1910 είχε γίνει μέλος του Τάγματος Order of Merit
Το 1898 ο Χάρντι δημοσίευσε τον πρώτο του τόμο ποίησης, με τίτλο Wessex Poems, μια συλλογή ποιημάτων που είχαν γραφτεί σε μια περίοδο 30 ετών. Ο Χάρντι ισχυριζόταν ότι η ποίηση ήταν η πρώτη του αγάπη και δημοσίευε ποιητικές συλλογές μέχρι τον θάνατό του, το 1928. Η ποίησή του δεν είχε τόσο μεγάλη απήχηση στο κοινό της εποχής του όσο είχαν τα μυθιστορήματά του, αλλά οι πιο πρόσφατες κριτικές είναι και πιο ευνοϊκές, κυρίως λόγω της επιρροής του στον Φίλιπ Λάρκιν. Ωστόσο, ακόμα και σήμερα η ποίησή του δεν θεωρείται τόσο καλή όσο τα πεζά του.