Βάρβαρες φυλές με μεγάλα πέλματα ανάσκαψαν την πατρική γη και μόνο ένα χάνι ερειπωμένο έστεκε ακόμα πλάι στο δρόμο, όπου άφηναν τις ψείρες τους οι περαστικοί,
Συμφωνία αρ. 1 (Τάσος Λειβαδίτης)
Ύστερα είδαμε πως δεν ήτανε πρόσωπα
μα οι σιωπηλές χειρονομίες του ηλιοβασιλέματος…
Τα χτυπημένα απ’ το φθινόπωρο μονοπάτια (Ντάρσαν Σινγκ)
Τα χτυπημένα απ’ το φθινόπωρο μονοπάτια ξαφνικά
άνθισαν και λουλούδισαν,
Άκουσα πως είσαι ο Μεσσίας (Ντάρσαν Σινγκ)
Άκουσα πως είσαι ο Μεσσίας
των Μεσσιών,
Μήπως ακούω κάποιον ήχο; (Ντάρσαν Σινγκ)
Μήπως ακούω κάποιον ήχο;
Είναι τα βήματα του Αγαπημένου;
Μυστική πύλη (Τάσος Λειβαδίτης)
Φτερούγες σάλευαν κάτω απ’ τα έπιπλα, και στο βάθος ο σκοτεινός καθρέφτης έκανε τα παιδιά ν’ αρρωσταίνουν συχνά, γιατί δεν ήθελαν να μεγαλώσουν,
Πού είσαι (Φυσάει, Λειβαδίτης, Παπακωνσταντίνου)
Έβρεχε εκείνο το βράδυ, έβρεχε
ανέβηκα τα σκαλιά κανείς στην κάμαρα
Έβρεχε; έτρεμε στ’ ανοιχτό παράθυρο η κουρτίνα
Έβρεχε…
Αλλά τα βράδια (Φυσάει, Λειβαδίτης, Παπακωνσταντίνου)
Και να που φτάσαμε εδώ
Χωρίς αποσκευές
Μα μ’ ένα τόσο ωραίο φεγγάρι